Τα Windows 10 αναμενόταν ότι θα είναι η τελική έκδοση των Windows με την Microsoft να παρέχει αναβαθμίσεις και ενημερώσεις στο εν λόγω λειτουργικό. Κάτι τέτοιο, δεν συνέβη με την εταιρεία να έχει ήδη παρουσιάσει τα Windows 11 και να ακολουθούν τα Windows 12. Ένας ειδικός ασφαλείας και Microsot Most Valuable Profeesional, ο @SwiftOnSecurity, ανέφερε στο Twitter ότι η ανάπτυξη των Windows 12 ξεκινά ήδη από τον ερχόμενο Μάρτιο.
Το post του κατέβηκε αμέσως, καθώς δεν άρεσε καθόλου στη Microsoft η διαρροή της εν λόγω πληροφορίας. Αξίζει να αναφερθεί πάντως, ότι και άλλες ιστοσελίδες, όπως το deskmodder.de επικαλούμενες δικές τους πληροφορίες, ισχυρίζονται ότι όντως κάτι τέτοιο ισχύει ενώ μοιράζονται και ορισμένες πρώτα στοιχεία:
- Θα είναι απαραίτητος ο λογαριασμός Microsoft τόσο για τις Home όσο και για τις Pro εκδόσεις
- Θα δίνεται ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στο TPM 2.0 και στο Secureboot
- Θα υπάρχει το security chip Microsoft Pluton
- Θα αντλούν στοιχεία από τα Windows 10X
Το Microsoft Pluton είναι ένα security chip, που ανέπτυξε η εταιρεία σε συνεργασία με την AMD, την Intel και την Qualcomm. Σε αντίθεση με τα TPM, το Pluton είναι ενσωματωμένο απευθείας στη CPU. Η αρχιτεκτονική περιορίζει ή εξαλείφει ορισμένες μορφές επιθέσεων που στρέφονται κατά των σημερινών configurations με TPM.
Οι συσκευές Windows με Pluton θα χρησιμοποιούν το Pluton security chip, για την προστασία των διαπιστευτηρίων, της ταυτότητας των χρηστών, των κλειδιών κρυπτογράφησης και των προσωπικών δεδομένων. Καμία από αυτές τις πληροφορίες δεν μπορεί να αφαιρεθεί από το Pluton ακόμη και αν ένας επιτιθέμενος έχει εγκαταστήσει κακόβουλο λογισμικό ή έχει πλήρη φυσική κατοχή του υπολογιστή.
Η Lenovo ήταν ο πρώτος κατασκευαστής που συμπεριέλαβε το Microsoft Pluton σε ορισμένες από τις συσκευές της. Η εταιρεία, βέβαια, δεν το έχει ενεργοποιημένο εκ προεπιλογής. Χωρίς επιλογή απενεργοποίησης του Pluton, το υλικό της συσκευής θα ήταν κλειδωμένο και οι χρήστες δεν θα μπορούσαν να εγκαταστήσουν άλλα λειτουργικά συστήματα, π.χ. μια διανομή Linux, στη συσκευή. Εναπόκειται στον κατασκευαστή να παρέχει τη δυνατότητα απενεργοποίησης του εν λόγω chip και υπάρχει πιθανότητα ορισμένες συσκευές να μην το διαθέτουν.